- χιλιομέτρηση
- ηη μέτρηση του μήκους δρόμου σε χιλιόμετρα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
χιλιομέτρηση — η, Ν η μέτρηση τού μήκους μιας οδού σε χιλιόμετρα, καθώς και η επισήμανση τού τέρματος κάθε χιλιομέτρου με ειδικό σήμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < χιλιόμετρο, μέσω ενός ρ. *χιλιομετρώ] … Dictionary of Greek